Upon first examination of Potamianou’s present series of 21 pieces, On the Origins of Art one may come away with the impression that they’ve encountered a Descartian linear dialog on the history of art. However, despite the show’s title that is based on Darwin’s The Origins of Species Potamianou’s series in its multi-faceted, intertwined, and multi-layered appearance and significance, is anything but linear.
In his tract, Darwin treats the idea of natural evolution while also offering many valuable observations about adaptation as well as explaining how through natural selection species evolved without the intervention of a divine creator. One might say that Potamianou also proves that a work of art is much more than the sum of its influences while debunking the notion of a Protean creator. Rather than beginning her installation with an image of the historic inspirations she begins her project with her own work that contains aspects of known masterpieces, thereby overturning the traditional beginning/ending discourse. At the opposite end, of Potamianou’s installation at the end is a work by the artist Joseph Kosuth who has served as her inspiration. So that the order of things have not only been overturned but have also been reversed.
In a seeming palimpsest of book pages of Darwin’s writings Potamianou has overlain images that are transparent enough to allow the book’s script to show through. She has cut and re-connected pieces that in their relief quality are equivalents to mosaics but which in their woven technique are like ribbons. They seem to recede and protrude, interweave, appear and disappear only to re-appear while maintaining the integrity of the image she produced. The resulting images are reminiscent of pixilated images that combine digital and analog techniques and formats.
In the artist’s effort to engage with art history we find a complex dialog and progression that unlike a straight avenue, meanders, peregrinates, and returns to the initial inspiration while beginning with her own contemporary art inspired by history. With this body of work Potamianou examines successful art while debunking the myth of an objective qualitative judgment. Let’s take for example Velazquez’ Las Meninas and trace it through the years to see its everlasting influence as well as the vast changes it has undergone through the ages. Velazquez’s masterpiece is still greatly admired for many reasons but above all because its master has embedded it with controversy. This is the paradoxical element causing the viewer to want to engage with it again and again in order to figure out its message. These double entendres result in the confounding of traditional readings which gives the painting much of its appeal. Subsequent versions including those by Picasso, Dali, and a recent one by Joel Peter Witkin although look very different in their abstracted and surrealist forms, pay tribute to Velazquez.
All of these paradoxes create multiple readings that enrich the artwork and cause other artists to be inspired by its complexity. Cezanne, Picasso and many others have executed versions of Luncheon on the Grass while later artists used it to revise modernism through pun, parody, irony and allusion.
Appropriation of images and the recycling of reformatted past art forms placed within a contemporaneous context are all part of the post-modernist tendency to debunk the modernist notion of the originary genius. Another part of the post-modern enterprise has been to break down the barriers between the fine arts and design. Consequently, what Potamianou is doing through her installation is demonstrating the ambivalence, contradictory and critical aspects of post-modernism.
H παρούσα σειρά 21 έργων της Άρτεμις Ποταμιάνου, Η Εξέλιξη της Τέχνης, σε πρώτη εξέταση μπορεί να δώσει την εντύπωση ότι πρόκειται για μια Καρτεσιανή γραμμική διαλεκτική προσέγγιση της ιστορίας της τέχνης. Ωστόσο, και παρά τον τίτλο της έκθεσης που βασίζεται στο έργο του Δαρβίνου, Η Καταγωγή των Ειδών, η σειρά έργων της Ποταμιάνου με παρουσία και σημασία πολύπλευρη, αλληλένδετη και πολυεπίπεδη, κάθε άλλο παρά γραμμική ειναι.
Στην ανάλυσή του ο Δαρβίνος διαπραγματεύεται την ιδέα της φυσικής εξέλιξης προσφέροντας ταυτόχρονα πολλές, πολύτιμες παρατηρήσεις σχετικά με την προσαρμογή εξηγώντας τον τρόπο με τον οποίο μέσω της φυσικής επιλογής τα είδη εξελίχθηκαν χωρίς την παρέμβαση ενός θεϊκού δημιουργού. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι η Ποταμιάνου αντίστοιχα αποδεικνύει ότι ένα έργο τέχνης είναι πολύ περισσότερο από το άθροισμα των επιμέρους επιρροών του ενώ απομυθοποιεί την ιδέα ενός πρωτεϊκού δημιουργού. Αντί να ξεκινήσει την εγκατάστασή της με μια εικόνα που παραπέμπει σε ιστορικές εμπνεύσεις, η Ποταμιάνου ξεκινά το project της με ένα δικό της -παλαιότερο- έργο που περιέχει όψεις απο γνωστά αριστουργήματα, ανατρέποντας με τον τρόπο αυτό την παραδοσιακού τύπου προσέγγιση: αρχή-τέλος . Στο αντίθετο άκρο η εγκατάσταση της Ποταμιάνου ολοκληρώνεται με το έργο του εικαστικού Joseph Kosuth που εχει αποτελέσει έμπνευσή της. Επομένως, η τάξη πραγμάτων όχι μόνο ανατρέπεται αλλά και αντιστρέφεται.
Σαν ένα είδος παλίμψηστου αποτελούμενου από σελίδες γραπτών του Δαρβίνου, οι υπερκείμενες εικόνες της Ποταμιάνου είναι διάφανες σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιτρέπεται η θέαση του κειμένου. Τα κομμένα και επανασυνδεδεμένα κομμάτια παραπέμπουν σε μωσαϊκό αλλά και σε τεχνική ανάλογη της πλέξης με κορδέλες. Φαίνονται να υποχωρούν και να προεξέχουν, να διαπλέκονται, να εμφανίζονται και να εξαφανίζονται μόνο για να επανεμφανιστούν ενώ διατηρούν την ακεραιότητα της παραγόμενης εικονας. Το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι εικόνες που θυμίζουν ψηφιοποιημένες εικόνες οι οποίες συνδυάζουν τις ψηφιακές και αναλογικές τεχνικές και φορμάτ.
Στην προσπάθεια της εικαστικού να διαπραγματευθεί την ιστορία της τέχνης συναντάμε ένα σύνθετο διάλογο και μια εξέλιξη που αντί να ακολουθήσει την ευθεία οδό ελίσσεται, ταξιδεύει κι επιστρέφει στην αρχική έμπνευση καθώς ξεκινά με το δικό της έργο τέχνης εμπνευσμένο από την ιστορία. Με αυτή τη δουλειά η Ποταμιάνου εξετάζει την επιτυχημένη τέχνη ξεσκεπάζοντας παράλληλα τον μύθο της αντικειμενικής περί ποιότητας κρίσης. Ας πάρουμε για παράδειγμα το έργο του Velázquez, Las Meninas κι ας ανιχνεύσουμε την τεράστια κατά τη διάρκεια των χρόνων επιρροή του καθώς και τις αλλαγές που έχει υποστεί κατά την διαπραγμάτευσή του ανά τους αιώνες. Το αριστούργημα του Velázquez αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού για πολλούς λόγους αλλά πάνω από όλα εξαιτίας της αμφισβήτησης που ο ίδιος ο δημιουργός έχει ενσωματώσει στο έργο.
Αυτό το στοιχείο του παράδοξου προκαλεί το θεατή να προσεγγίσει το έργο ξανά και ξανά στην προσπάθεια ανακάλυψης του μηνύματός του. Αυτή η μυστηριώδης ποιότητα οφείλεται σε μια προβληματική που πλήθος σημείων του έργου εγείρουν: η είσοδος/έξοδος του υπουργού, η εικόνα/καθρέφτης στον τοίχο, η στραμμένη προς το θεατή πίσω πλευρά του καμβά, ο καλλιτέχνης που κοιτά το θεατή αντί τις νεαρές κυρίες της αυλής που υποτίθεται ότι ζωγραφίζει. Αυτές οι αμφισημίες έχουν ως αποτέλεσμα την δημιουργία σύγχυσης στις παραδοσιακές αναγνώσεις γεγονός που αυξάνει την απήχηση του πίνακα. Οι μεταγενέστερες προσεγγίσεις συμπεριλαμβανομένων αυτών των Picasso, Dali αλλά και μιας πρόσφατης του Joel Peter Witkin, αν και πολύ διαφορετικές στις αφηρημένες και σουρεαλιστικές φόρμες τους, αποτίνουν φόρο τιμής στον Velázquez.
Είναι επίσης γεγονός ότι ο Manet ήταν βαθύτατα επηρεασμένος από τη χρήση του παράδοξου στη δουλειά του Velázquez και ως νεαρός μελέτησε την τεχνική του, χρησιμοποιώντας την σε πολλά από τα έργα του. Στο Luncheon on the Grass ο Manet ενσωματώνει αρκετούς γρίφους, όχι μόνο παρουσιάζοντάς μας μια γυμνή και μια ημίγυμνη γυναίκα μαζί με δύο εντελώς ντυμένους άντρες, αλλά και με άλλα μέσα. Ενώ οι γυναίκες είναι δύο, τα εικονιζόμενα ρούχα αντιστοιχούν σε μία. Ο Manet τοποθετεί την κεντρική γυναικεία φιγούρα, το αγαπημένο μοντέλο του Victorine Meurent, σε μια περίεργη γωνία όπου εμφανίζεται περισσότερο να αιωρείται παρά να κάθεται στο έδαφος όπως οι άντρες. Το αριστερό της πόδι βρίσκεται σε μια αδύνατη γωνία και οι άντρες συζητούν ενώ εκείνη κοιτά τον θεατή σαν να μην υπάρχουν. Ένα άλλο, λιγότερο προφανές παράδειγμα της χρήσης του παράδοξου από τον Manet βρίσκεται στο The Bar at the Folies Bergeres στο οποίο η σερβιτόρα του μπαρ εμφανίζεται να κοιτάζει επίμονα το θεατή ενώ ο άντρας πελάτης, όπως φαίνεται στον καθρέπτη πίσω της, μοιάζει να προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή της. Ή μήπως τα καταφέρνει; Ή βλέπουμε ένα δεύτερο μπαρ με μια άλλη σερβιτόρα πίσω της; Πολλαπλές ερωτήσεις αναδύονται παρατηρώντας τον πίνακα, όπως γιατί οι φιάλες στο προσκήνιο δεν αντικατοπτρίζονται στον καθρέφτη; Που είναι η αντανάκλαση της σερβιτόρας;
Όλα αυτά τα παράδοξα δημιουργούν πολλαπλές αναγνώσεις που εμπλουτίζουν το έργο τέχνης κι εμπνέουν άλλους καλλιτέχνες με την πολυπλοκότητά του. Ο Cezanne, ο Picasso και πολλοί άλλοι έχουν δημιουργήσει τις δικές τους αποδόσεις του Luncheon on the Grass ενώ μεταγενέστεροι καλλιτέχνες το χρησιμοποίησαν για να αναθεωρήσουν το μοντερνισμό μέσω του λογοπαίγνιου, της παρωδίας, της ειρωνείας και του υπαινιγμού.
Η οικειοποίηση των εικόνων και η ανακύκλωση των επαναδιαπραγματευμένων έργων τέχνης του παρελθόντος τοποθετημένων μέσα σε ένα σύγχρονο πλαίσιο αποτελούν μέρος της μεταμοντέρνας τάσης να απομυθοποιήσει την ιδέα του μοντερνισμού περί πρωταρχικής ιδιοφυΐας. Ένα άλλο ζητούμενο που επιχειρεί ο μεταμοντερνισμός είναι να καταλύσει τα φράγματα ανάμεσα στις καλές τέχνες και το design. Κατά συνέπεια αυτό που επιτυγχάνει η Ποταμιάνου μέσω της εγκατάστασής της είναι να καταδείξει την αμφιθυμία, την αντίφαση και τα κρίσιμα ζητήματα του μεταμοντερνισμού.